Τα μονίμως ολοσκότεινα βάθη των ωκεανών του πλανήτη αποτελούν κατοικία πολύ περισσότερων πλασμάτων από ό,τι νόμιζαν μέχρι τώρα οι επιστήμονες, οι οποίοι ανακοίνωσαν ότι ανακάλυψαν στα παγωμένα νερά συνολικά 17.650 θαλάσσια είδη, που ζουν σε βάθος από 200 μέτρα (όπου δεν υπάρχει πια ηλιακό φως) μέχρι 5 χιλιόμετρα. Από αυτά, τα 5.722 ζουν σε βάθος μεγαλύτερο από τα 1.000 μέτρα. Μέχρι πριν λίγα χρόνια, η άβυσσος των ωκεανών εθεωρείτο μια έρημος γυμνή από ζωή, αλλά τώρα πια αυτή η εικόνα έχει ανατραπεί. Σήμερα τα αιώνια σκοτάδια των βυθών αντιμετωπίζονται ως το μεγαλύτερο και πιο παράξενο οικοσύστημα της Γης.
Τα νέα στοιχεία προέκυψαν από την ευρύτερη δεκαετή διεθνή πρωτοβουλία για την "Απογραφή της Θαλάσσιας Ζωής", η οποία ολοκληρώνεται τον Οκτώβριο του 2010 και οι σχετικές ανακοινώσεις έγιναν από τον υπεύθυνο ωκεανογράφο Ρόμπερτ Κάρνεϊ του πολιτειακού πανεπιστημίου της Λουιζιάνα των ΗΠΑ, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερ και τους "Τάιμς του Λονδίνου". Η Απογραφή, με τη συμμετοχή 2.000 επιστημόνων από 80 χώρες, μέχρι τώρα (μέσα από 210 αποστολές) έχει καταγράψει συνολικά περίπου 235.600 θαλάσσια είδη και αναμένεται να ανακαλύψει και ακόμη περισσότερα μέχρι την ολοκλήρωσή της σε ένα χρόνο.
Φωσφορίζουσες μέδουσες, μεγάλα σκουλήκια που τρώνε πετρέλαιο, τεράστιες γαρίδες και καλαμάρια, καβούρια, κοράλλια, σπάνιοι καρχαρίες και άλλα πιο εξωτικά πλάσματα, όπως τα σιφωνοφόρα (μεγαλύτερα και από γαλάζια φάλαινα), τα διαφανή θαλάσσια αγγούρια με πλοκάμια ή τα ζελατινοειδή οκτάποδα μήκους δύο μέτρων, με πτερύγια σαν αυτιά (που αποκαλούνται "Ντάμπο" γιατί μοιάζουν με το γνωστό καρτούν-ελέφαντα), αποτελούν μέρος των οικοσυστημάτων των σκοτεινών βυθών.
"Η ποικιλία της ζωής στα μεγάλα βάθη είναι πολύ, πολύ μεγαλύτερη από ό,τι πιστεύαμε. Η άβυσσος δεν είναι πια μια μαύρη τρύπα", δήλωσε ο Κάρνεϊ, ο οποίος πρόσθεσε ότι ο πραγματικός αριθμός των ειδών κάτω από το βάθος των 200 μέτρων είναι κατά εκατοντάδες ή και χιλιάδες φορές μεγαλύτερος από τα 17.650 είδη που έχουν βρεθεί μέχρι τώρα. "Η πανίδα της αβύσσου είναι τόσο πλούσια σε βιοποικιλότητα και τόσο άγνωστη μέχρι σήμερα, που η ανακάλυψη ενός γνωστού είδους αποτελεί μια ανωμαλία", ανέφερε χαρακτηριστικά ο δρ Ντέηβιντ Μπίλετ, του Εθνικού Ωκεανογραφικού Κέντρου της Βρετανίας.
Το φως συνήθως δεν μπορεί να διαπεράσει τα νερά κάτω από το βάθος των 200 μέτρων. Πέρα από αυτό το βάθος, όπου δεν μπορούν πια να φυτρώσουν υποθαλάσσια φυτά, τα θαλάσσια πλάσματα πρέπει, για να επιβιώσουν, να εκμεταλλευτούν τα βακτήρια (π.χ. αυτά που διασπούν το μεθάνιο ή το πετρέλαιο) ή να βρουν τροφή που βυθίζεται σαν βροχή από τα επιφανειακά νερά (από μικροσκοπικά νεκρά πλάσματα μέχρι πτώματα φαλαινών).
Πολλά πλάσματα των βυθών δημιουργούν το δικό τους φως για να μπορούν να βλέπουν μέσα στο μόνιμο σκοτάδι, να βρίσκουν πιο εύκολα τη λεία τους ή να βοηθιούνται στο ζευγάρωμα. Ορισμένα τολμηρά πλάσματα των επιφανειακών φωτισμένων νερών τολμούν να κάνουν εξερευνήσεις στη σκοτεινή άβυσσο, όπως ένας θαλάσσιος ελέφαντας, τον οποίο οι επιστήμονες βρήκαν σε βάθος 2.388 μέτρων.
Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι μερικά πλάσματα, όπως τα σκουλήκια-γεωτρύπανα που ζουν κάτω από τα 500 μέτρα βάθος και τρέφονται με τη διάσπαση του πετρελαίου και του μεθανίου, μπορούν να αποτελέσουν ένα πολύ αξιόπιστο βιολογικό δείκτη για το πού οι εταιρίες πετρελαίου μπορούν να βρουν στο βυθό ορυκτά καύσιμα, αντί να κάνουν πολυδάπανες γεωλογικές έρευνες και γεωτρήσεις στο βυθό.
Η μελέτη της σκοτεινής ωκεάνιας αβύσσου είναι ένα δύσκολο και πανάκριβο έργο, που γίνεται με τη βύθιση καμερών, την χρήση σόναρ και ειδικών ρομποτικών σκαφών. Προς το παρόν, τα πιο αβυσσαλέα από όλα τα βάθη, τα λεγόμενα και "βάθη του Άδη", που φθάνουν σε βάθος μεγαλύτερο και από το Έβερεστ, παραμένουν ουσιαστικά εκτός της επιστημονικής έρευνας.
Οι επιστήμονες επεσήμαναν τα πρακτικά οφέλη από μια τέτοια εξερεύνηση, καθώς προστίθεται στις γνώσεις μας ένα τεράστιο γενετικό δυναμικό.Σύμφωνα με τη διάσημη ωκεανογράφο Σίλβια Έρλ, η βιομάζα στο βυθό μπορεί να υπερβαίνει τη βιομάζα στην επιφάνεια της Γης.
Τα νέα στοιχεία προέκυψαν από την ευρύτερη δεκαετή διεθνή πρωτοβουλία για την "Απογραφή της Θαλάσσιας Ζωής", η οποία ολοκληρώνεται τον Οκτώβριο του 2010 και οι σχετικές ανακοινώσεις έγιναν από τον υπεύθυνο ωκεανογράφο Ρόμπερτ Κάρνεϊ του πολιτειακού πανεπιστημίου της Λουιζιάνα των ΗΠΑ, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερ και τους "Τάιμς του Λονδίνου". Η Απογραφή, με τη συμμετοχή 2.000 επιστημόνων από 80 χώρες, μέχρι τώρα (μέσα από 210 αποστολές) έχει καταγράψει συνολικά περίπου 235.600 θαλάσσια είδη και αναμένεται να ανακαλύψει και ακόμη περισσότερα μέχρι την ολοκλήρωσή της σε ένα χρόνο.
Φωσφορίζουσες μέδουσες, μεγάλα σκουλήκια που τρώνε πετρέλαιο, τεράστιες γαρίδες και καλαμάρια, καβούρια, κοράλλια, σπάνιοι καρχαρίες και άλλα πιο εξωτικά πλάσματα, όπως τα σιφωνοφόρα (μεγαλύτερα και από γαλάζια φάλαινα), τα διαφανή θαλάσσια αγγούρια με πλοκάμια ή τα ζελατινοειδή οκτάποδα μήκους δύο μέτρων, με πτερύγια σαν αυτιά (που αποκαλούνται "Ντάμπο" γιατί μοιάζουν με το γνωστό καρτούν-ελέφαντα), αποτελούν μέρος των οικοσυστημάτων των σκοτεινών βυθών.
"Η ποικιλία της ζωής στα μεγάλα βάθη είναι πολύ, πολύ μεγαλύτερη από ό,τι πιστεύαμε. Η άβυσσος δεν είναι πια μια μαύρη τρύπα", δήλωσε ο Κάρνεϊ, ο οποίος πρόσθεσε ότι ο πραγματικός αριθμός των ειδών κάτω από το βάθος των 200 μέτρων είναι κατά εκατοντάδες ή και χιλιάδες φορές μεγαλύτερος από τα 17.650 είδη που έχουν βρεθεί μέχρι τώρα. "Η πανίδα της αβύσσου είναι τόσο πλούσια σε βιοποικιλότητα και τόσο άγνωστη μέχρι σήμερα, που η ανακάλυψη ενός γνωστού είδους αποτελεί μια ανωμαλία", ανέφερε χαρακτηριστικά ο δρ Ντέηβιντ Μπίλετ, του Εθνικού Ωκεανογραφικού Κέντρου της Βρετανίας.
Το φως συνήθως δεν μπορεί να διαπεράσει τα νερά κάτω από το βάθος των 200 μέτρων. Πέρα από αυτό το βάθος, όπου δεν μπορούν πια να φυτρώσουν υποθαλάσσια φυτά, τα θαλάσσια πλάσματα πρέπει, για να επιβιώσουν, να εκμεταλλευτούν τα βακτήρια (π.χ. αυτά που διασπούν το μεθάνιο ή το πετρέλαιο) ή να βρουν τροφή που βυθίζεται σαν βροχή από τα επιφανειακά νερά (από μικροσκοπικά νεκρά πλάσματα μέχρι πτώματα φαλαινών).
Πολλά πλάσματα των βυθών δημιουργούν το δικό τους φως για να μπορούν να βλέπουν μέσα στο μόνιμο σκοτάδι, να βρίσκουν πιο εύκολα τη λεία τους ή να βοηθιούνται στο ζευγάρωμα. Ορισμένα τολμηρά πλάσματα των επιφανειακών φωτισμένων νερών τολμούν να κάνουν εξερευνήσεις στη σκοτεινή άβυσσο, όπως ένας θαλάσσιος ελέφαντας, τον οποίο οι επιστήμονες βρήκαν σε βάθος 2.388 μέτρων.
Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι μερικά πλάσματα, όπως τα σκουλήκια-γεωτρύπανα που ζουν κάτω από τα 500 μέτρα βάθος και τρέφονται με τη διάσπαση του πετρελαίου και του μεθανίου, μπορούν να αποτελέσουν ένα πολύ αξιόπιστο βιολογικό δείκτη για το πού οι εταιρίες πετρελαίου μπορούν να βρουν στο βυθό ορυκτά καύσιμα, αντί να κάνουν πολυδάπανες γεωλογικές έρευνες και γεωτρήσεις στο βυθό.
Η μελέτη της σκοτεινής ωκεάνιας αβύσσου είναι ένα δύσκολο και πανάκριβο έργο, που γίνεται με τη βύθιση καμερών, την χρήση σόναρ και ειδικών ρομποτικών σκαφών. Προς το παρόν, τα πιο αβυσσαλέα από όλα τα βάθη, τα λεγόμενα και "βάθη του Άδη", που φθάνουν σε βάθος μεγαλύτερο και από το Έβερεστ, παραμένουν ουσιαστικά εκτός της επιστημονικής έρευνας.
Οι επιστήμονες επεσήμαναν τα πρακτικά οφέλη από μια τέτοια εξερεύνηση, καθώς προστίθεται στις γνώσεις μας ένα τεράστιο γενετικό δυναμικό.Σύμφωνα με τη διάσημη ωκεανογράφο Σίλβια Έρλ, η βιομάζα στο βυθό μπορεί να υπερβαίνει τη βιομάζα στην επιφάνεια της Γης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.