Οι αισθήσεις που νιώθουν οι άνθρωποι στην επιδερμίδα τους, παίζουν ρόλο στο πώς ακούνε, σύμφωνα με μια νέα καναδική επιστημονική έρευνα, η οποία διαπίστωσε ότι οι ακουστικές και οπτικές ενδείξεις δεν είναι οι μόνοι σημαντικοί παράγοντες για την ακοή των ανθρώπων.
Η μελέτη, που μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία καλύτερων ακουστικών βαρηκοΐας, έγινε από ερευνητές του πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας στο Βανκούβερ υπό τον γλωσσολόγο Μπράιαν Γκικ και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Nature«, σύμφωνα με το BBC.
Είναι ήδη γνωστό ότι οι οπτικές ενδείξεις από το πρόσωπο του ομιλητή μπορούν να βελτιώσουν -ή και να χειροτερέψουν- το τι και πως ακούει ένας ακροατής κάτι που λέγεται. Η νέα μελέτη διαπίστωσε ότι, πέρα από την όραση (»διάβασμα» των χειλιών), ακόμα και οι αισθήσεις της αφής παίζουν το δικό τους ρόλο στη διαδικασία της ακρόασης.
Οι επιστήμονες σύγκριναν πώς οι άνθρωποι ακούνε ήχους που κατά την ομιλία συνοδεύονται από ανεπαίσθητες πνοές αέρα (όπως «πα» ή «τα»), σε σχέση με ήχους της ομιλίας που δεν συνοδεύονται από τέτοιες μη ακουόμενες πνοές του αέρα (όπως οι ψιλοί ήχοι «μπα» ή «ντα»). Οι ερευνητές παράλληλα, σε τακτά χρονικά διαστήματα, έστελναν μικρά ρεύματα αέρα στους εθελοντές των πειραμάτων, που είχαν καλυμμένα τα μάτια τους, ώστε να απομονωθεί τελείως η αίσθηση της όρασης σε σχέση με την ακοή. Όταν φυσούσε αυτό το ανεπαίσθητο αεράκι, οι ακροατές συχνά άκουγαν λανθασμένα τους ψιλούς ήχους (»μπα» και «ντα») ως «πα» και «τα», ενώ όσοι εθελοντές δεν μπερδεύονταν από το τεχνητό αεράκι, αλλά απλώς άκουγαν τις ομιλίες, δεν έκαναν τέτοια λάθη.
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι, χωρίς να το καταλαβαίνουν, οι άνθρωποι χρησιμοποιούν πληροφορίες από την αίσθηση της αφής (από την ανεπαίσθητη πνοή του αέρα που συνοδεύει τους ήχους της ομιλίας), από κοινού με την ακοή και την όραση, για να ακούσουν μια ομιλία. Η απαλή, μη αισθητή, πνοή αέρα που συνοδεύει ορισμένες συλλαβές ή σύμφωνα, βοηθά τους ανθρώπους να ξεχωρίσουν ποιο σύμφωνο ακούνε ή, αντίθετα (όπως στο πείραμα) μπορεί να τους μπερδέψει.
Η νέα έρευνα δείχνει ότι ο εγκέφαλός μας προσλαμβάνει και συνδυάζει πληροφορίες από τις πιο διαφορετικές αισθήσεις για να δημιουργήσει μια πλήρη εικόνα αυτού που ακούει. Ο Γκικ χαρακτηρίζει τους ανθρώπους «αντιληπτικές μηχανές μέσα από το σύνολο του σώματος». Ήδη προηγούμενες έρευνες έχουν μελετήσει το συναφές φαινόμενο της συναισθησίας, κατά το οποίο οι άνθρωποι βλέπουν τους ήχους και ακούνε το φως!
Η μελέτη, που μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία καλύτερων ακουστικών βαρηκοΐας, έγινε από ερευνητές του πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας στο Βανκούβερ υπό τον γλωσσολόγο Μπράιαν Γκικ και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Nature«, σύμφωνα με το BBC.
Είναι ήδη γνωστό ότι οι οπτικές ενδείξεις από το πρόσωπο του ομιλητή μπορούν να βελτιώσουν -ή και να χειροτερέψουν- το τι και πως ακούει ένας ακροατής κάτι που λέγεται. Η νέα μελέτη διαπίστωσε ότι, πέρα από την όραση (»διάβασμα» των χειλιών), ακόμα και οι αισθήσεις της αφής παίζουν το δικό τους ρόλο στη διαδικασία της ακρόασης.
Οι επιστήμονες σύγκριναν πώς οι άνθρωποι ακούνε ήχους που κατά την ομιλία συνοδεύονται από ανεπαίσθητες πνοές αέρα (όπως «πα» ή «τα»), σε σχέση με ήχους της ομιλίας που δεν συνοδεύονται από τέτοιες μη ακουόμενες πνοές του αέρα (όπως οι ψιλοί ήχοι «μπα» ή «ντα»). Οι ερευνητές παράλληλα, σε τακτά χρονικά διαστήματα, έστελναν μικρά ρεύματα αέρα στους εθελοντές των πειραμάτων, που είχαν καλυμμένα τα μάτια τους, ώστε να απομονωθεί τελείως η αίσθηση της όρασης σε σχέση με την ακοή. Όταν φυσούσε αυτό το ανεπαίσθητο αεράκι, οι ακροατές συχνά άκουγαν λανθασμένα τους ψιλούς ήχους (»μπα» και «ντα») ως «πα» και «τα», ενώ όσοι εθελοντές δεν μπερδεύονταν από το τεχνητό αεράκι, αλλά απλώς άκουγαν τις ομιλίες, δεν έκαναν τέτοια λάθη.
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι, χωρίς να το καταλαβαίνουν, οι άνθρωποι χρησιμοποιούν πληροφορίες από την αίσθηση της αφής (από την ανεπαίσθητη πνοή του αέρα που συνοδεύει τους ήχους της ομιλίας), από κοινού με την ακοή και την όραση, για να ακούσουν μια ομιλία. Η απαλή, μη αισθητή, πνοή αέρα που συνοδεύει ορισμένες συλλαβές ή σύμφωνα, βοηθά τους ανθρώπους να ξεχωρίσουν ποιο σύμφωνο ακούνε ή, αντίθετα (όπως στο πείραμα) μπορεί να τους μπερδέψει.
Η νέα έρευνα δείχνει ότι ο εγκέφαλός μας προσλαμβάνει και συνδυάζει πληροφορίες από τις πιο διαφορετικές αισθήσεις για να δημιουργήσει μια πλήρη εικόνα αυτού που ακούει. Ο Γκικ χαρακτηρίζει τους ανθρώπους «αντιληπτικές μηχανές μέσα από το σύνολο του σώματος». Ήδη προηγούμενες έρευνες έχουν μελετήσει το συναφές φαινόμενο της συναισθησίας, κατά το οποίο οι άνθρωποι βλέπουν τους ήχους και ακούνε το φως!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.